Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Ε, να μην πω κι εγώ το μακρύ μου;



Καλέ, ο Σταύρος Θεοδωράκης έκανε κόμμα. Πολιτικό κόμμα, το ονόμασε, λέει, το Ποτάμι. Από χτες, να έχει γίνει ένας χαμός στο Διαδίκτυο.
Εγώ τον συμπαθώ το Σταύρο Θεοδωράκη, μου έχει κάνει πλύση εγκεφάλου κι η Ρενάτα 4 χρόνια στην Κέρκυρα, που είναι ο μεγάλος της έρωτας. Μιλάει καλά, είναι εμπεριστατωμένος, αν και μονόπλευρος, ενίοτε. Το protagon το παρακολουθώ ανελλιπώς, μου αρέσει που έχει πολλές γνώμες και διάφορα θέματα, όχι μόνο πολιτική ή μόνο αθλητικά ή μόνο μαγειρική, έχει πολλά, μου αρέσει το στήσιμο και μερικοί από αυτούς που γράφουνε αγγίζουν την καρδιά μου και το νου μου. Μερικοί άλλοι, βέβαια, αγγίζουν τη μαλακία. Αλλά, έλα, δεν μπορείς να τα έχεις όλα.
Επίσης, συμπαθώ γενικώς τις αλλαγές. Και ο Σταύρος Θεοδωράκης με το Ποτάμι του, ο Τζήμερος με τη Δημιουργία του, οι 58 και διάφορα άλλα που δεν έχουν πέσει στην αντίληψή μου, διότι δεν είμαι και ο έγκυρος πολιτικός αναλυτής, είναι κάτι σε αλλαγή, νομίζω. Δεν είναι το τέλειο ούτε αυτό που σίγουρα αξίζει ή σίγουρα θα επιζήσει. Είναι, όμως, μια πρόταση ή δύο ή μισή.
Όταν βγήκε ο Τζήμερος, κι αυτός μου άρεσε και συμφωνούσα με πολλά που έλεγε, συμφωνούσα με την τακτοποίηση του δημοσίου, με την παραγωγικότητα και με τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, όχι των επιχειρηματιών, της επιχειρηματικότητας. Όταν έφτιαξε τη Δημιουργία, έκατσα, φίλε, και διάβασα ότι είχε γράψει στη σελίδα. Και τα κατάφερα, τα διάβασα ως το τέλος. Μετά προσπάθησα να κάνω το ίδιο στις σελίδες των άλλων κομμάτων, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Σύριζα, ΔΗΜΑΡ, Καμένος (ναι, διάβασα και τον Καμένο!), ΚΚΕ. Δε μπόρεσα να φτάσω στο τέλος, δυστυχώς. Ο Τζήμερος, όμως, έγραφε σαν άνθρωπος.
Αργότερα, μου τα χάλασε λίγο ο Τζήμερος, είπε κάτι κοτσάνες και κάτι ασυμμάζευτα. Ωστόσο, ακόμα συμφωνώ με μερικά που λέει κι ακόμα θεωρώ πως μιλάει σαν άνθρωπος. Η πολιτική είναι αδηφάγο και ύπουλο πράμα και είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να αντέξεις, νομίζω αυτό έπαθε ο Τζήμερος. Αυτό, και του προσκολλήθηκε και αυλή κι η αυλή είναι ηθικός θάνατος για τον πολιτικό.
Τελοσπάντων, ο Τζήμερος βγήκε και έκανε ότι έκανε, είπε ότι είπε, πήρε όσους πήρε. Το θέμα, όμως, είναι πως ήταν κάτι καινούργιο, κάτι που δεν το ήξερα, πιο πολύ αυτό με τράβηξε να τον μελετήσω (εντάξει, είμαι και ένα νεοφιλελεύθερο γουρούνι, το παραδέχομαι), ένα καινούργιο πρόσωπο-πόσο ανόητη ακούγεται, Θεέ μου, αυτή η φράση, αλλά και πως αλλιώς να το πεις, ναι, ρε παιδί μου, ένα καινούργιο πρόσωπο. Επίσης, για μένα, το θέμα είναι πως μια μερίδα απέρριψε το Τζήμερο (και θα απέρριπτε οποιονδήποτε, όπως απορρίπτει τώρα και το Θεοδωράκη) συλλήβδην, δίχως να ακούσει τι έχει να πει, δίχως να του δώσει μια ευκαιρία, όπως στις ξανθιές.
Αυτή η μερίδα δεν έχει εμπιστοσύνη καμία στην προσπάθεια, στη δοκιμή, στο «πάμε και βλέπουμε», δικαίωμά της της μερίδας, απλά εγώ εκνευρίζομαι όταν το καινούργιο πετιέται στα σκουπίδια με δικαιολογίες ηλίθιες, παρωχημένες και χωρίς άλλο επιχείρημα πέραν του παρελθόντος.
Το ίδιο τώρα έγινε και με το Θεοδωράκη. Έκανε κόμμα ο Θεοδωράκης, έκανε κόμμα το Mega, διάβασα. Και διάφορα άλλα, παιδί του συναφιού, πουλημένος, δεν ξέρω γω τι. Και μόνο που το ανακοίνωσε, έτσι, δεν είπε απολύτως τίποτε. Εντάξει, μπορεί και να είναι. Κάτσε, ρε φίλε, όμως, να δεις, ΔΙΑΒΑΣΕ τι έχει να πει, γενικώς, διάβασε, ξεστραβώσου, ασχολήσου, άκου, και μετά συμπέρανε. Τα δικά σου συμπεράσματα, όμως. Αυτό νομίζω είναι το πιο δύσκολο και το ζητούμενο, αλλά ταυτόχρονα αυτό που μπορεί και να καταφέρουν αυτά τα νέα κόμματα. Να βάλουν τον κόσμο να διαβάσει, να ασχοληθεί, να σκεφτεί. Σηματοδοτούν μια αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό, όσο κι αν αποτυγχάνουν στην αρχή ή κατρακυλούν ή αφομοιώνονται.
Σιγά σιγά, σταδιακά, θα γίνει κι ένα τρίτο ή ένα τέταρτο ή ένα εκατοστό κόμμα κι αυτό θα πετύχει ή θα ωριμάσει. Κι έτσι έρχεται η πολυπόθητη αλλαγή. Δε γίνεται σε μία μέρα να καθαρθεί η ελληνική κοινωνία ή το ελληνικό δημόσιο, θα πάρει πολλά χρόνια και πολλά κόμματα. Αλλά ας μην την πνίξουμε στην αρχή της. Εμένα, πρώτα και πάνω απ’ όλα, αυτό μου λένε αυτά τα καινούργια κόμματα.
Όσο για το Θεοδωράκη, περιμένω. Θέλω να δω τι θα πει και τι θα κάνει. Το αρχικό κείμενο που έγραψε μονορούφι το διάβασα και συμφώνησα. Για να δούμε και παρακάτω.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

I was crafty before crafting was cool.



Χα! Εδώ είμαι, δεν έφυγα, όχι ακόμα τουλάχιστον, αλλά που θα μου πάει, θα φύγω, θα ανοίξω τα φτερά μου και το πορτοφόλι μου και θα βρεθώ στο νησί, ανεμοδαρμένη κι ενθουσιασμένη. Έχω μεγάλα σχέδια για τη Σαντορίνη φέτος, θα γίνει χαμός, δε θα προλαβαίνουμε τουρίστες και άλλα. Το πιο όμορφο αγόρι του κόσμου κατασκευάζει ΤΟΝ πάγκο του χρυσοχόου, ο οποίος έχει 31 συρτάρια, ειδικό εξάρτημα για το χαρτί κουζίνας με ειδικό περιστρεφόμενο καλαθάκι απορριμμάτων από κάτω, έχει κρεμάμενη μια σωλήνα επικών διαστάσεων για εξαερισμό, έχει φως, ειδική υποδοχή για την οθόνη του υπολογιστή και ειδικό κουτί για τον ίδιο τον υπολογιστή, κρυφά συρτάρια για τα διαμαντικά και τώρα επεξεργαζόμαστε να κατεβαίνει κι ένα ντιβάνι από πάνω για τις δύσκολες ώρες του μεσημεριού και τη σιέστα. Όπως καταλαβαίνετε, το άτομο αυτό σκοπεύει να κοιμάται στα εργαστήριο, οπότε έχουμε έξτρα χώρο στο σπίτι, σας λέω, θα γίνει χαμός, όλοι θα έρθετε στη Σαντορίνη φέτος! Ο πάγκος είναι ο σταρ των ημερών, εγώ του είπα να τον βάψουμε ροζ, αλλά δεν ήθελε, ο άτολμος, κι επίσης του είπα ότι δεν πρόκειται να ξαναγοράσω έπιπλα, θα μου τα φτιάχνει όλα αυτός. Καλέ, σας λέω, τύφλα να έχει ο Βαράγκης, τέτοια κατασκευή. Κι ο γλυκός μου συγκινείται κιόλα, σήμερα με πήρε τηλέφωνο να μου πει «μπέμπα, τι θα απογίνει ο πάγκος μου μετά από 50 χρόνια, που εγώ θα έχω πεθάνει; Θα τον πάρει κανένας άξιος ή θα γίνει κοτέτσι;»
Πυρετός δραστηριότητας, εγώ διαβάζω τα Γαλλικά μου κι ακούω γαλλικά ραδιόφωνα (όχι ότι καταλαβαίνω τίποτα, αλλά έτσι, για να ξεγελιέμαι), κάνω λίστες με πράγματα που πρέπει να γίνουν ώσπου να φύγουμε και μετά τις κοιτώ έντρομη και καταφεύγω στο pinterest. Έχω ράψει μιλιούνια τσάντες, δεν ξέρω τι θα τις κάνω, μάλλον θα τις γεμίσω πράγματα για το νησί, μεταποιώ όλα μου τα παλιά ρούχα, καθώς λεφτά για καινούργια δεν έχω, αλλά ένα περίεργο πράμα, γιατί όλα θέλουν με κάποιο τρόπο να τα φαρδύνω και κανένα δε θέλει στένεμα, δεν το καταλαβαίνω, συνομωσία θα είναι κι αυτό, να δείτε.
Επίσης, καταγγέλλω, τώρα, με την αφορμή της μεταποίησης, το γεγονός πως όταν εμείς ψωνίζαμε στην Αμερικάνικη Αγορά στη Μαρτίου, στη Θεσσαλονίκη, ρούχα από δεύτερο χέρι και περίεργα πουκάμισα, μας κορόιδευαν, τώρα μου έχουνε μάθει όλοι το thrift-shopping και τα μαγαζιά που πουλάνε με το κιλό. Άσε που όταν εγώ έβαζα φιόγκους στα παπούτσια μου όλοι εσείς που μου κουνιέστε για crafters, δεν ξέρατε ούτε τον τσαγκάρη, χα!
Θυμάμαι, τω καιρώ εκείνω, δηλαδή πριν από καμιά 15 χρόνια, το χειροποίητο ήτο γραφικό, παλιομοδίτικο, άχρηστο, μη σας πω και κατάπτυστο κι εγώ ήμουν ψιλοφρίκουλο, που καθόμουν κι έφτιαχνα πράματα με τα χέρια μου, τώρα, όλοι έχουν γίνει μόδιστροι, ανακαλύπτουν το ντεκουπάζ δίπλα στην Αμερική και περνάνε 2 χάντρες σ’ ένα σύρμα και χαίρονται. Όχι, δεν είμαι πικρόχολη, όσο κι αν ακούγεται έτσι. Αντιθέτως, εγώ πολύ χαίρομαι που η χειροτεχνία έχει γίνει της μοδός, διότι είχε παραγίνει το κακό με την κατανάλωση, τώρα, αντί να αγοράζουμε μυριάδες άχρηστα πράματα, αγοράζουμε μυριάδες άχρηστα υλικά για να φτιάξουμε κάποτε κάτι με αυτά, όσο να πεις, αυτό είναι μια αναβάθμιση.
Ας αναβαθμιστούμε, το λοιπό, κι ας ανακυκλώσουμε τα παλιά σε καινούργια ή σε κάτι άλλο, εντελώς άσχετο με το προηγούμενο, που είναι και το αγαπημένο μου, πρέπει να ξέρετε, τρελαίνομαι να βλέπω πράγματα σε εντελώς άλλη χρήση από αυτή για την οποία προορίζονταν. Νομίζω ότι βασικά ήρθα στην εξωτική Κατερίνη, επειδή ο Γιάννης έχει εδώ ένα τερατώδες εργαστήριο, όπου μπορούμε να φτιάξουμε σχεδόν τα πάντα.
Εντάξει, είναι και το πιο όμορφο αγόρι του κόσμου, οκ.
Η χειροτεχνία είναι η σωτηρία του κόσμου, να ξέρετε. Έχω σχέδιο, σας το έχω εξηγήσει, έτσι; Τα 3 άλφα: αλληλεγγύη, ανακύκλωση, αποκέντρωση, θα σας πω τις λεπτομέρειες μια άλλη φορά, τώρα πάω να ντύσω τις παλιές μου μπότες με καινούργια, μαλακή, αστραφτερή σουετίνα.
Και είπαμε, έτσι; Στη Σαντορίνη.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Ευτυχώς, έμαθα και μια τέχνη, που έλεγε κι η γιαγιά μου.

Καταρχάς, δε με παρατάτε με τις χειροτεχνίες για τον Άγιο Βαλεντίνο; Πιο βαρετό πεθαίνεις. Όπου και να κοιτάξω, βλέπω καρδούλες, κανένα εξεπιτούτου κανείς δε φτιάχνει, που λέει κι ο Γιάννης, μόνο που δε λέει εξεπιτούτου, λέει κάτι άλλο, που δεν είναι της ανατροφής μου, όπως έχω πολλάκις σημειώσει.
Η γιορτή του έρωτα, σου λέει, είναι, καλέ, όχι του καρδιολόγου. Καρδούλες από χαρτί, καρδούλες origami, καρδούλες πάνω σε κέικ, γύρω από κέικ και μέσα σε κέικ, μέχρι και το Lidl, καλέ, στο Θεό σας, έβγαλε τυρί σε σχήμα καρδιάς και κροκέτες κοτόπουλου σε σχήμα καρδιάς. Μα, κροκέτες κοτόπουλου; Τι έμπνευση.
Εξαφανίστηκα, διότι ανακάλυψα το pinterest. Αν δεν ξέρετε τι είναι (πράγμα απίθανο, αλλά ζούμε σε έναν απίθανο κόσμο), καλύτερα. Αν ξέρετε τι είναι, με νιώθετε. Φίλε, λιώνω στο pinterest. Και δέκα ζωές να έχω δεν παίζει να προλάβω να τις κάνω όλες αυτές τις χειροτεχνίες. Εν τω μεταξύ, διακρίνω μία προτίμηση του pinterest στο βελονάκι: μόνο για βρακιά δεν έχει σχέδιο να πλέξεις με βελονάκι, έχει να πλέξεις κασκόλ, κουβέρτες, θήκες για όποιο gadget σου κατέβει στο κεφάλι, βρήκα κι ένα κάλυμμα για τον πύργο του υπολογιστή, μια άλλη είχε ντύσει την κούνια στην αυλή της, τι να σας πω, καμιά φορά δεν τους καταλαβαίνω αυτούς τους Αμερικάνους-διότι η συντριπτική πλειοψηφία των κράφτερς είναι Αμερικάνοι ή μάλλον Αμερικάνες. Βέβαια, ίσως είναι της φαντασίας μου αυτή η προτίμηση, διότι όποιος έχει τη μύγα, ως γνωστόν, μυγιάζεται. Κι εγώ απέκτησα τη μύγα του βελονακίου προσφάτως, αλλά είμαι παντελώς άχρηστη, άχρηστη, καλέ, εντελώς, σας λέω. Έδωσα, πήρα, δεν τα καταφέρνω, θα αφοσιωθώ στη ραπτική, τέλος. Και να ‘χεις εκεί να σου κοπανάνε «το πιο εύκολο λουλούδι», «ένα κασκόλ σε δυο ώρες», «φτιάξε όλο το ζωολογικό κήπο για το παιδί σου με το βελονάκι» κι εγώ προχτές κόντεψα να δεθώ μόνη μου με το νήμα. Δε με παρατάτε. Αφήνω, λοιπόν, το βελονάκι στην άκρη και στρέφομαι στη ραπτομηχανή μου, που δε με πρόδωσε ποτέ. Κλέβω τα ρούχα του Γιάννη και τα μετατρέπω σε δικά μου.  Επίσης, ράβω τσάντες, τόσες τσάντες πια δεν ξέρω ούτε που θα τις βάλω ούτε τι θα τις κάνω. Συνεχίζω, όμως.
Επίσης, πήγα στην Αθήνα. Ινκόγκνιτο. Και γύρισα με την ίδια απορία με την οποία γυρνάω κάθε φορά: πως και γιατί ζούνε άνθρωποι σε αυτή την πόλη. Πήγα σε ένα σεμινάριο για τους ξεναγούς, όπου επιμορφώθηκα δεόντως. Ακόμα, αναπτερώθηκαν οι ελπίδες μου γι’ αυτό το επάγγελμα: σε λίγα χρόνια θα έχουν απομείνει ζωντανοί ελάχιστοι ξεναγοί, οπότε κάτι θα δουλέψουμε κι εμείς οι καινούργιοι, διότι, ναι, πρέπει να ξέρετε, 4 χρόνια αφότου έχεις αποφοιτήσει από τη σχολή και δουλεύεις, πληρώνεις φόρους, εισφορές και τις αμαρτίες σου, είσαι ακόμα καινούργιος. Ο μέσος όρος ηλικίας στο σεμινάριο ήταν τα 65-μία κυρία έπλεκε και βελονάκι, παρεμπιπτόντως, αλλά η Βίβιαν δε με άφησε να πάω να της ζητήσω να μου δείξει.
Δε θέλω να με παρεξηγήσετε, σέβας έχω για τους μεγαλύτερους, αλλά δεν ξέρω άλλο επάγγελμα, όπου συνεχίζεις να δουλεύεις κανονικά και με το νόμο ΚΑΙ αφού έχεις πάρει σύνταξη. Εσείς ξέρετε; Οι συνταξιούχοι ξεναγοί δουλεύουν νομιμότατα, όποτε, όπου και όπως θέλουν ή μπορούν, τη στιγμή που ομολογουμένως δεν έχει δα και τόση πολλή δουλειά. Αυτό μπορεί να εξυπηρετούσε πριν από 30 χρόνια, όταν οι ξεναγοί ήταν λίγοι κι οι τουρίστες πολλοί ή, τουλάχιστον, οι τουρίστες που πλήρωναν για ξενάγηση, σήμερα, όμως, δεν εξυπηρετεί παρά τα συμφέροντα της ξεναγικής γερουσίας και τις βολικές συνεργασίες και συμφωνίες δεκαετιών, ενώ παράλληλα αποκλείει ένα μεγάλο μέρος των νέων ή, καλύτερα, των καινούργιων, ξεναγών από την αγορά εργασίας.
Επίσης, τώρα οι ξεναγοί αυξάνονται και πληθύνονται με ρυθμούς κουνελιών, καθώς οι Σχολές Ξεναγών, που διοχέτευαν στην αγορά περίπου 120 ξεναγούς κάθε 3 χρόνια έχουν αφρόνως, ακρίτως και αδίκως αντικατασταθεί από σεμινάρια του Υπουργείου Πολιτισμού, που διοχετεύουν στην αγορά περίπου 60-90 ξεναγούς κάθε 6 μήνες. Πόσο να αντέξει πια αυτή η αγορά; Προσπαθούμε, οι ξεναγοί, να αντιστρέψουμε τη ροή του ποταμού και να καταργήσουμε τα σεμινάρια, πράγμα το οποίο είναι απίθανο, κατά τη γνώμη μου, διότι, με τα σημερινά δεδομένα, οι Σχολές Ξεναγών δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να ξαναλειτουργήσουν, λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας (είδατε που, άμα θέλω, μιλάω και επίσημα;). Οπότε, θα μας μείνουν τα σεμινάρια, που τουλάχιστον απευθύνονται αποκλειστικά σε αρχαιολόγους και ιστορικούς-ακόμα.
Μήπως, λέω εγώ, με το φτωχό μου το μυαλό, μήπως πρέπει να προσπαθήσουμε να διαφυλάξουμε αυτό το έρμο επάγγελμα με κάποιον άλλον τρόπο, όπως, για παράδειγμα, να πολεμήσουμε σοβαρά το καθεστώς των συνοδών, που χωρίς να έχουν άδεια ξεναγούν κανονικά και ανερυθρίαστα, εντός, εκτός και επί τα αυτά των περιώνυμων αρχαιολογικών χώρων της Ελλάδας και των λεωφορείων; Στο νησί γίνεται της τρελής, 40 ξεναγοί κι 140 συνοδοί, κράτος εν κράτει, κι άντε, είναι και μερικοί καλοί, είναι, όμως, αδερφέ, και μερικοί που θαρρούνε πως είναι οι βασιλιάδες του κόσμου και δεν ξέρουν και την τύφλα τους και βαφτίζονται ξεναγοί. Άμα τους βλέπω με τα μικρόφωνα στα χέρια τρελαίνομαι.
Επίσης, μήπως να σταματήσουν να δουλεύουν κι οι συνταξιούχοι, όπως γίνεται από καταβολής ΙΚΑ; Εδώ, έτσι και πιάσει το ΣΔΟΕ συνταξιούχο άλλου επαγγέλματος να δουλεύει, του κόβει τα πόδια, οι ξεναγοί το ‘χουνε και καμάρι που δουλεύουνε οι συνταξιούχοι τους. Δεν ξέρω, μπορεί να είμαι άδικη, αλλά νομίζω πως σίγουρα δεν είναι δίκαιο να μη δίνεις στους νέους χώρο. Απειλούμαστε οι ξεναγοί από διάφορους που υποκρίνονται τους ξεναγούς, ας μην απειλούμαστε και από αυτούς που σταμάτησαν να είναι ξεναγοί.
Και τώρα θα μου πείτε σιγά τα λάχανα, κλαιν οι χήρες, κλαιν κι οι παντρεμένες. Ναι, μπορεί. Απλά, το θέμα στα επαγγέλματα είναι λίγο σαν τη βιοποικιλότητα: αν αφήσεις ένα να εξαφανιστεί ή να υποβαθμιστεί ή να απαξιωθεί, σύντομα δε θα μείνει τίποτα όρθιο ή διαφορετικό. Θα κάνουμε όλοι όλα. Το ξεναγηλίκι είναι, ακόμα, μια καλή δουλειά, δύσκολη, όπως όλες οι δουλειές, αν θέλεις να την κάνεις σωστά, απαιτητική, ενδιαφέρουσα και αποφασιστικής σημασίας διά την ελληνικήν κοινωνίαν. Δεν είναι, όμως, όπως παλιά. Πρέπει να την προστατέψουμε τη δουλειά μας-βασικά, πρέπει να την προσαρμόσουμε.
Αυτά είχα να πω, με έπιασε και το συνδικαλιστικό μου, αλλά τι να κάνω, αγανάκτησα η γυναίκα. Αφήστε που για μένα το ξεναγηλίκι ήταν όνειρο ζωής, δε γίνεται τώρα να μου το πατάνε έτσι το όνειρό μου. Πάω να ράψω τώρα. Το στόμα μου.