Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Κάτω απ' τη μάσκα που φοράς.


Έχω πασαλείψει το αγγελικό μου πρόσωπο με ένα κατασκεύασμα άγνωστου κατασκευαστή, προκειμένου να λάμψει σαν τη φθονερή Σελήνη και να καθαρίσει σαν τα νερά βορειοαμερικάνικης λίμνης. Το έκανα αυτό, διότι δε θυμάμαι που έχω καταχωνιάσει τον φυσικό άργιλο που μάζεψα το καλοκαίρι από το Λογγά, παραλία εξωτικής ομορφιάς στο νησί, όπου υψώνονται κάτι θεόρατοι αργιλώδεις βράχοι και πας εσύ με τις φίλες σου και πασαλείβεστε με άργιλο και στεγνώνει αυτό απάνω σου κι είσαι σαν τους Ινδιάνους στο Apocalypto και μετά όμως, αφού ξεπλύνεις τη λάσπη από πάνω σου, το δέρμα είναι σα μωρού. Στη συνέχεια, ξεκολλάς και τεράστια κοτρώνια άργιλου από το βράχο (με κίνδυνο να γκρεμιστεί όλος ο βράχος πάνω σου και πάνω στους υπόλοιπους λουόμενους-λασπωμένους) για να τα έχεις και στο σπίτι για beaute. Δε θυμάμαι, όμως, που διάολο τα έχω βάλει τα κοτρώνια κι επειδή το beaute επείγει, πασάλειψα μια τυχαία μάσκα που βρήκα στο μπάνιο και μέχρι να περάσει το απαραίτητο δεκάλεπτο, αποφάσισα να γράψω, κυρίως επειδή δε μπορώ να μιλήσω στο τηλέφωνο, καθώς αφενός δεν πρέπει να σπάσει η μάσκα κι αφετέρου θα πασαλειφτεί και το τηλέφωνο.
Αφήστε που, στα πλαίσια των δυσκολιών που με κατατρύχουν αυτό το μήνα (Παναγία μου, τον ατελείωτο έχει, κάθε χτες και καλύτερα είναι), έχει χαλάσει η ασύρματη συσκευή του σταθερού τηλεφώνου και δεν πατιούνται με τίποτα τα εξής πλήκτρα: το 0, το 1, το 2, το 3, το πράσινο τηλεφωνάκι (με το οποίο απαντάς) και το κόκκινο τηλεφωνάκι (με το οποίο κλείνεις). Όπως αντιλαμβάνεστε, με δεδομένο ότι όλα τα σταθερά τηλέφωνα ξεκινάνε με 2, έχουμε πρόβλημα. Παράλληλα, είναι πολύ δύσκολο, πολύ όμως, να απαντήσεις ή να κλείσεις το τηλέφωνο. Η Ρενάτα τα πατάει με ένα στιλό, εγώ με το νύχι. Να σου τύχει δηλαδή κάτι επείγον, να θες να πάρεις το 100, άστα να πάνε, σε έχουν ληστέψει, βιάσει και δολοφονήσει μέχρι να πατήσεις το 1, ή να θέλεις, βρε αδερφέ, να το κλείσεις στα μούτρα σε κάποιον, δε γίνεται, θα ρεζιλευτείς.
Γι’ αυτό κι εγώ έκατσα να γράψω μέχρι να στεγνώσει η μάσκα, όχι πως είχα και κάτι συγκεκριμένο να σας πω, απλά για να μη σαλτάρω. Διότι κοντεύω να σαλτάρω αυτό το μήνα, αγαπητοί μου, γαμιώντας μας πάει, συγγνώμη και για το γαλλικό, αλλά εκφράζει απολύτως την κατάστασή μου, μεταφορικά μιλώντας πάντα, έτσι; Το κυριολεκτικό, μόνο στον ύπνο μας. Ελπίζω ως τώρα να έχει υπογράψει κι ο Σαμαράς (κι αυτός πολύ σοβαρά τις παίρνει τις συμβουλές της μαμάς του, είπαμε να προσέχει που βάζει την υπογραφή του, αλλά όχι κι έτσι), να μπαίνουμε σιγά σιγά σε μια σειρά.
Πάω να βγάλω τη μάσκα. Κυριολεκτικά.
(Και τώρα που φεύγω, μου ‘ρχεται μια ολόκληρη ανάλυση-δοκίμιο σχετικά με τις μάσκες που φοράμε και βάζουμε στο πρόσωπό μας οικειοθελώς ή ασυνείδητα, αλλά δε μπορώ να κουνήσω βλέφαρο, έχει πετρώσει αυτό το πράγμα, θα την κρατήσω την πραγματεία μου για άλλη φορά. Να πάρει, κάπως έτσι μου έχει βγει η φήμη της ελαφρόμυαλης.)

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Όταν θα πάω, κυρά μου, στο παζάρι.


Επανήλθα δημήτριος, που έλεγε κι ένας συμμαθητής μου στο δημοτικό παραφράζοντας τη γνωστή ρήση, δεν ξέρω αν ανησυχήσατε, το καλό που σας θέλω. Επίσης, διακρίνω μια αύξηση ή είναι η ιδέα μου; Ας είναι καλά οι καινούργιοι φίλοι μου, οι crafters, που με διαφήμισαν αρκούντως απ’ ότι βλέπω. Γι’ αυτό κι εγώ ανέβασα μια ωραία φωτογραφία από τα πραγματάκια που φτιάχνω, για να τιμήσω τη χειροτεχνία κάθε είδους ως την ευγενέστερη και υψηλότερη των απασχολήσεων.
Λοιπόν, έχω βάλει τα φασόλια να βράζουν (αλλά αυτά δε βράζουν, ότι και να τους πω και γενικά τι μ’ έπιασε να μαγειρέψω φασολάδα, αφού δεν την τρώω, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου), διάβασα όλα τα άρθρα του protagon, ακόμα κι ένα για την καινούργια ταινία με θλιμμένους, ερωτευμένους και αλευρωμένους βρυκόλακες, χάζεψα όλα τα ιστολόγια που παρακολουθώ και ήσυχη πια ότι έχω κάνει τα πάντα που κάνει ο αθεράπευτος τεμπέλης, προκειμένου να μην κάνει αυτό που πρέπει, αποφάσισα να γράψω. Βέβαια, το ίδιο ακριβώς είχα κάνει και χτες (πλην της φασολάδας), αλλά μόλις είχα κάτσει, χτύπησε το τηλέφωνο κι ως γνωστόν, όταν χτυπήσει το τηλέφωνο, εννιά φορές στις δέκα είναι για κακό, ε, αυτή ήταν μία από τις εννιά, με αποτέλεσμα να μην καταφέρω να γράψω. Μα δεν είναι τέλεια η λογοδιάρροια;
Σήμερα στενοχωρήθηκα πάρα πολύ, αλλά δεν είναι της παρούσης κι άλλωστε άμα αρχίσω να λέω για στενόχωρα πράματα, βράσ’ τα ( σαν τα φασόλια), οπότε θα επικεντρωθώ στα θετικά της ημέρας: μια συνάδελφος μου είπε ότι πολύ της αρέσει αυτό το ombre look που έχω στα μαλλιά μου, είναι, λέει, πολύ της μοδός στο Hollywood, όπου πρέπει να ξέρετε πως ombre λέγεται όταν σου έχει φτάσει η ρίζα στο αυτί, διότι έχεις να πας στο κομμωτήριο από το Πάσχα και κοντεύουν Χριστούγεννα. Αυτό έχω πάθει εγώ, αλλά σιγά, χαζή είμαι; Θα λέω ότι έχω το ombre look και θα είμαι και μέσα στη μόδα.
Τέλοσπαντων, άλλο ήθελα να πω, ήθελα να σας πω για το παζάρι που πήρα μέρος το περασμένο Σαββατοκύριακο και που ήταν ο λόγος της ομολογουμένως αισθητής εξαφάνισής μου από τη διαδικτυακή κοινότητα (να φανταστείτε, μέχρι κι ο Σταύρος με πήρε τηλέφωνο, γιατί, λέει, παιδί μου, δεν έχεις γράψει, ανησύχησα). Πήγα κι εγώ, η κακομοίρα, με τα πραγματάκια μου, έστησα εκεί κι ένα τραπεζάκι ότι και καλά κάνω πικνίκ, με καρό τραπεζομάντιλα και πράσινα γρασίδια, αλλά, τρίχες, εγώ όλη τη μέρα γελούσα και σχολίαζα με τις διπλανές μου, τι να πουλήσω; Αφού χάζευα. Περάσαμε, ωστόσο, πάρα πολύ ωραία, γνωριστήκαμε από κοντά και με διάφορες ηλεκτρονικές φίλες μου, εννοείται ότι ρίξαμε το γέλιο της αρκούδας κι εγώ τρόμαξα λίγο, διότι αντελήφθην πως ο κλοιός των γνωστών και των φίλων των γνωστών που τυχαίνει να είναι και δικοί σου γνωστοί ή φίλοι, έχει στενέψει επικίνδυνα. Όταν συμβαίνει αυτό, αγαπητοί μου, έχει έρθει η ώρα να φύγεις από ένα μέρος (αυτό κάνουμε εμείς οι αθάνατοι, για να μη μας καταλαβαίνουν, αφού όλοι γερνάνε κι εμείς μένουμε ίδιοι κι απαράλλαχτοι-Χριστέ μου, τι κοτσάνες λέω πάλι).
Πάντως, αλήθεια, είναι καλό να γίνονται τέτοια πράγματα: γνωρίζεις ανθρώπους το ίδιο τρελούς με σένα (που ξενυχτάνε ράβοντας ή χύνοντας υγρό γυαλί, που η μεγαλύτερη φιλοδοξία τους είναι μια ραπτομηχανή, που μαζεύουν πράγματα από τα σκουπίδια και που θεωρούν έγκλημα να πετάξουν ένα τετραγωνικό εκατοστό υφάσματος), μαθαίνεις πως λειτουργεί γενικώς το εκθέτειν, το πωλείν και το κατασκευάζειν για να βγάλεις λεφτά, γενικά, ρε παιδί μου, κάτι κινείται στο βρωμονήσι, καμιά νέα ιδέα εμφανίζεται, ενδιαφέροντες άνθρωποι πέφτουν στο δρόμο σου. Με λίγα λόγια, το παζάρι ήταν μια βαθιά δημιουργική ανάσα, πολύ θα ήθελα να το ξανακάνω, αλλά σε κάνα-δυο χρόνια, διότι μετά από δύο εβδομάδες ράψιμο, να ξαναδώ δε θέλω βελόνα, θα αφοσιωθώ στην πνευματική δραστηριότητα για λίγο, μέχρι να φύγει ο κάλος από το μεσαίο δάχτυλο και ν’ αρχίσουν οι χάντρες να φωνάζουν από τα κουτιά τους.
Παράλληλα με το παζάρι, η ζωή τραβάει την ανηφόρα κι εγώ έχω πάρει μια μεγάλη και δύσκολη απόφαση, με πόνο ψυχής από τη μία και ενθουσιασμό από την άλλη. Σε ένα χρόνο από τώρα ή θα χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο ή στο πάτωμα, ανάλογα πόσο χαμηλά θα έχω πέσει. Όχι, εντάξει πλάκα κάνω, ή θα ευχαριστώ το Θεό που με φώτισε, ήθελα να πω. Τώρα, όμως, θα σβήσω και τα φασόλια και σκοτίστηκα αν έβρασαν ή όχι (ήμαρτον, και παπούτσι να είχα εκεί μέσα, θα είχε βράσει, από τις 7 κι είναι 11) και θα πάω για ύπνο, αφού δε χτύπησε και το τηλέφωνο, εντάξει, όλα καλά.
Μου λείψατε, καλέ!

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

S/M (σουπερμάρκετ ή σαδομαζό, ανάλογα)


Μόλις γύρισα από το σουπερμάρκετ και μολονότι έχω να ράψω την παραγωγή μου για το παζάρι του επόμενου Σαββατοκύριακου (χτες νύσταζα κι η τσιμινιέρα πάγωσε), θέλω να σας μοιραστώ την εμπειρία μου, κυρίως για να διαπιστώσω εάν υπάρχουν κι άλλοι που όταν περνάνε την πόρτα του σουπερμάρκετ νιώθουν σα να διασχίζουν την πύλη της Μόρντορ, ή αν απλώς είμαι τρελή.
Τίποτα, για να πας στο σουπερμάρκετ τη σήμερον ημέρα πρέπει να έχεις βγάλει το London School of Economics: υπολογισμοί επί υπολογισμών, σχέση ποιότητας-τιμής, συνάρτηση με υπόλοιπο στο πορτοφόλι, προϋπολογισμός, πρόβλεψη δαπανών, βιβλία εσόδων και δε συμμαζεύεται. Η σημερινή νοικοκυρά, εκτός από δούλα και κυρά, είναι και λογίστρια και ζωντανό κομπιουτεράκι, μη σας πω. Στη διαδρομή που κάνει το σαμπουάν από το ράφι στο καλάθι, εσύ πρέπει να έχεις υπολογίσει το μερικό σύνολο (προσμετρώντας αυτά που έχεις ήδη στο καλάθι) και ταυτόχρονα πόσα σου απομένουν για το φούρνο. Μερικές φορές έχω την εντύπωση πως όλη μου την εξυπνάδα και την ευστροφία (που, όχι να το παινευτώ, αλλά δεν είναι και λίγη) την ξοδεύω προσπαθώντας να υπολογίσω πως θα βγάλω τη βδομάδα. Μιλάμε για τα απίστευτα τερτίπια, έτσι;  
Άσε που κάθε σουπερμάρκετ έχει άλλα πράγματα πιο φτηνά: στο ένα πας για τόνους, στο άλλο για χαρτικά, τα απορρυπαντικά σε τρίτο, αλλά το άλλο έχει πιο φτηνό υγρό για σφουγγάρισμα, το δε χαρτί υγείας έχει αναχθεί σε επιστήμη, διότι πρέπει να ξέρετε πως το φτηνότερο δεν είναι πάντα και το μακροβιότερο, τη μεγαλύτερη σημασία έχει το βάρος. Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα να ξοδεύεις το Σάββατο το πρωί σε διαδρομές ανάμεσα στα σουπερμάρκετ και στο ενδιάμεσο να περνάς κι από το σπίτι για να αφήσεις τη σακούλα από το ένα πριν πας στο άλλο, διότι είναι μικρό το μέρος και σε ξέρουν οι κοπέλες στα ταμεία και θα σε κακοχαρακτηρίσουν.
Κι εγώ, άντε, είμαι μόνη μου, πόσα να φάω (αν και αυτό είναι υπό διαπραγμάτευση),  αυτοί που έχουν παιδιά, τι κάνουν, άραγε; Μεταπτυχιακό στα οικονομικά, μάλλον. Πιστεύω πως πρέπει να ξαναμπεί στα σχολεία το μάθημα της Οικιακής Οικονομίας, διότι και τα παιδιά πρέπει να εκπαιδευτούν στο να κρατάς σπίτι με τα ελάχιστα χρήματα. Θα διδάσκονται μέθοδοι διατήρησης των φαγητών, μέθοδοι υπολογισμού της βέλτιστης σχέσης ποιότητας-τιμής και φυσικά πώς να κάνουν υπολογισμούς με το μυαλό τους σε ανύποπτο χρόνο. Οι δε εξετάσεις θα είναι σκληρές: έχετε 50 ευρώ και 2 παιδιά, καταστρώστε μενού εβδομάδας (υπολογίζοντας κολατσιό για το σχολείο) και λίστα για τα ψώνια του Σαββάτου στο σουπερμάρκετ. Να δεις μετά, σπίρτα θα βγαίνανε όλα απ’ τα σχολειά.
Επίσης, έχω κι άλλη πρόταση για την πολιτική ηγεσία (αλήθεια, υφίσταται ακόμα; Δεν πρόλαβα να διαβάσω): να πάνε αυτοί οι ίδιοι στο σουπερμάρκετ ή, ακόμα καλύτερα, πριν γίνει κανείς υπουργός ή πρωθυπουργός ή δεν ξέρω ‘γω τι, να υπηρετεί αμισθί θητεία 2 ετών ως φροντιστής νοικοκυριού μιας μέσης οικογένειας με δύο παιδιά. Αλλά, που, άτολμοι οι πολιτικοί μονίμως μπροστά στις νέες ιδέες και χωρίς καμία επαφή με την πραγματικότητα.
Εν πάση περιπτώσει, επειδή τώρα με διέκοψαν και κάνα δυο τηλέφωνα και φυσικά ξέχασα τα υπόλοιπα που ήθελα να γράψω, σας αφήνω να πάτε κι εσείς στο σουπερμάρκετ και να νοσταλγήσω εγώ την εποχή που απλά άνοιγα το ψυγείο κι έβρισκα τη φέτα μέσα, δίχως να με απασχολεί ποιος την είχε αγοράσει και πως την είχε πληρώσει. Επίσης, αν θέλετε βοήθεια με τα δημοσιονομικά του οίκου σας, παρέχουμε δωρεάν συμβουλές. Σας φιλώ.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Καλύτερα να σ' έλεγαν Μαρία και να 'σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά.


Νιώθω άσχημα, νιώθω ελαφρώς απελπισμένη, αβέβαιη, πολύ κουρασμένη και μάλλον απαισιόδοξη, πράγμα εξαιρετικά περίεργο για μένα, συνήθως νιώθω εντελώς σίγουρη πως όλα θα φτιάξουν και ανεξήγητα ευδιάθετη έως χαζοχαρούμενη. Λέτε για αυτή μου τη μεταστροφή να φταίει το αιωρούμενο στον αέρα δημοψήφισμα (παρεμπιπτόντως, σε περίπτωση που κάποιος έχει καταλάβει τι θα αποφασίσουμε στο δημοψήφισμα, ας με ενημερώσει: σιχαίνομαι να μην ξέρω γιατί συζητάμε); Μήπως φταίει που ξυπνάω το πρωί και δεν είμαι σίγουρη αν υπάρχει ακόμα κυβέρνηση ή τι πολίτευμα έχουμε; Μήπως φταίνε τα φεγγάρια; Ή όλα αυτά που διαβάζω και μου μαυρίζουν την ψυχή; Και τα διαβάζω κιόλας πρωί πρωί η βλαμμένη κι αγριεύομαι για όλη την υπόλοιπη μέρα.
Πάντως, το κουράγιο μου σιγά σιγά γίνεται σα σταφίδα, μικρό και ζαρωμένο και λιγοστό (αν και τώρα που την ξαναδιαβάζω αυτή τη φράση, ίσως θυμίζει κάτι άλλο και όχι σταφίδα, αλλά έχομε και μία ανατροφή και δύο μη σας πω, οπότε σας αφήνω εσάς να φανταστείτε τι μπορεί να εννοώ), από εκεί που ήταν γυαλιστερό και αύθαδες και ζουμερό, σα φρεσκοκομμένο σταφύλι (ή σαν το προηγούμενο, τέλοσπαντων-σοβαρή έλλειψη σεξ). Και περιφέρομαι, μου φαίνεται, ασκόπως στους δρόμους και μουρμουρίζω στα ρώσικα: μαγιά ζιζν βαϊνά, δηλαδή, η ζωή μου είναι πόλεμος, και με κοιτάνε περίεργα οι άνθρωποι και τους κοιτάω κι εγώ και καμιά φορά κάθομαι κι ακούω τι λένε, διότι, ακόμα κι εδώ, στα όμορφα χωριά (που όμορφα θα καούνε κι αυτά), ανησυχούνε όλοι και πολεμάνε (μεταξύ τους).
Το μόνο που κάνω πια με όρεξη είναι να ράβω-και τώρα καταχρηστικά γράφω, διότι έχω να βγάλω παραγωγή, θα πάρω μέρος σε ένα τύπου παζάρι με χειροποίητα αντικείμενα, βλέπετε, και πρέπει να τελειώσω τα πραγματάκια μου. Χτες, έπρεπε να μας βλέπατε, ήμασταν σα γιάφκα. Έχω βάλει και τη Ρενάτα στη γραμμή παραγωγής (εργοδοσία κι έτσι, της είπα πως θα της πληρώσω και τις υπερωρίες, αλλά δεν ήταν αρκούντως αποδοτική, αντί να κόβει, μιλούσε στο facebook, οπότε δε βλέπω υπερωρίες) να μου κόβει τα υφάσματα και να μου σχεδιάζει τα πατρόν, αλλά καθώς σε μία βδομάδα δίνει εξετάσεις για ένα πτυχίο στα Γερμανικά, ήθελε να ακούσει ειδήσεις από τη Ντόιτσε Βέλλε. Οπότε, είμαστε κι οι δυο σ’ ένα δωμάτιο, ράβουμε στο χέρι και κόβουμε ρετάλια και σιδερώνουμε κι η Ντόιτσε Βέλλε να παίζει ειδήσεις κι έξω να κάνει και κρύο. Ήθελα να βάλω και την Ελένη στην κουζίνα να γράφει προκηρύξεις στον πολύγραφο, αλλά δεν είχα πολύγραφο. Άσε που κι η Ελένη δε νομίζω να ξέρει πως λειτουργεί ο πολύγραφος (μεταξύ μας, ούτε εγώ ξέρω, αλλά, ως συνήθως, πουλάω μαγκιά).
Παναγία μου, καθόλου καλά δεν πάω. Σας αφήνω, πάω να ράψω, διότι σε λίγο θα βλέπω καφκικά οράματα.